Ένα φυτό του καλοκαιριού, λίγο ξεχασμένο αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι το κρίταμο. Ονομάζεται «κρίταμον το παράλιον» ή «κρίτανο», ή «αρμίρα», ή «κράμο». Λόγω της ομοιότητας των σπόρων του με αυτών του κριθαριού οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν «κρίθμον». Η λατινική ονομασία του είναι crithmum maritimum και ανήκει στην οικογένεια των σκιαδοφόρων (umbelliferrae) με χαρακτηριστικό γνώρισμα την διάταξη των ανθέων σε σκιάδια, συνήθως ακτινόμορφα. Το κρίταμο συναντάται σε βραχώδεις, παραθαλάσσιες περιοχές, απόκρημνους βράχους ή αμμώδεις εκτάσεις και πολλές φορές είναι δύσκολη η περισυλλογή του.
Πρόκειται για πολυετές, μικρό φυτό. Τα φύλλα του είναι μακρόστενα και σαρκώδη και έχουν ασπροπράσινο χρώμα (γλαυκό). Περιέχουν αιθέρια έλαια, βιταμίνες, άλατα και ιώδιο και έχουν πλούσια και έντονη αρωματική γεύση. Τα άνθη του βγαίνουν το καλοκαίρι και είναι κιτρινοπράσινα. Το κρίταμο, που είναι γνωστό από την αρχαιότητα, το αναφέρουν οι Διοσκουρίδης και Πλίνιος ως διεγερτικό της όρεξης. Χρησιμοποιείται επίσης σαν διουρητικό από την εποχή του Ιπποκράτη και σαν εμμηναγωγό. Επίσης είναι πολύ καλό αποτοξινωτικό και ευεργετικό για το συκώτι, για την εντερική και τη νεφρική λειτουργία. Τέλος βοηθάει στη μείωση της έντασης των πανάδων και βελτιώνει το χρωματικό τόνο και τη λάμψη της επιδερμίδας. Τον 19ο αιώνα άρχισε η εξαγωγή του από τις μεσογειακές χώρες. Ήταν ήδη γνωστό στους ναυτικούς που το χρησιμοποιούσαν σαν αντίδοτο για το σκορβούτο και άλλες ασθένειες. Παρά το γεγονός ότι δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο, εν τούτοις χρησιμοποιείται σαν τουρσί ή σε πικάντικες σαλάτες. Τα φύλλα και οι βλαστοί του συλλέγονται και αφού βραστούν ελάχιστα διατηρούνται σε ελαιόλαδο με αρωματικό κρασί, σε άλμη, ή ξύδι, ενώ χρησιμοποιείται επιλεκτικά και στην κοσμετολογία.
Σχολιάστε